Πρόσφατα, είχε διατυπωθεί από το εγχείρημα αντιπληροφόρησης «Ζagovor na ednakvite» -κατά την γνώμη μου σωστά-, η απορία για το πώς οι διαφορετικές αναρχικές τάσεις, εκ των οποίων πολλές σε αντιπαράθεση μεταξύ τους, μπορούν να συνυπάρχουν στα ίδια μέσα αντιπληροφόρησης.
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί εδώ ότι κάθε προσπάθεια ενάντια στην κυριαρχία και την καταστολή μπορεί να επιτρέψει, υπό όρους, την περιοδική συνύπαρξη, ίσως και δράση, διαφορετικών ρευμάτων/τάσεων. Φαίνεται όμως ότι η διαφορετική μεθοδολογία δράσης συνεχίζει να αποτελεί ένα αγεφύρωτο χάσμα που δυστυχώς (ή ευτυχώς) αποσπά συγκεκριμένες τάσεις από το αναρχικό πρόταγμα (που δεν πιστεύω ότι ανήκαν ποτέ) και τις ξε-χωρίζει εντάσσοντάς τες στο ιδεολογικό ελευθεριακό πάνθεον, απομειωμένες από τυχόν συγκρουσιακά εργαλεία.
Η περιθωριοποίηση της απεργίας πείνας του Σπύρου Μάνδυλα, η απουσία μηδενιστικών και εξεγερτικών βιβλίων και φυλλαδίων σε αναρχικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, η προώθηση της κομμουνιστοποίησης, η επαναλαμβανόμενη κριτική σε βίαιες πράξεις αντίδρασης, δεν διευρύνει μονάχα αυτό το χάσμα. Σε συνάφεια με ιδέες που εκφράζονται εντονότατα από διάφορες αντιεξουσιαστικές και ελευθεριακές κινήσεις, τον τελευταίο καιρό, συνυφαίνουν μια συγκεκριμένη διαδικασία εκπλήρωσης του αναρχικού προτάγματος διαμέσου μιας προσπάθειας αναθεώρησης ιδεών, εργαλείων και στόχων.
Προσπαθούν να διαμορφώνουν έτσι ένα αναρχικό(;) επαναστατικό υποκείμενο, αναιρώντας την εξεγερτική του (αλλά και ατομική του) υπόσταση, ικανό να αποδέχεται ως αναγκαιότητα τον συμβιβασμό και την αυταπάτη για συμμαχίες με αριστερές δυνάμεις.
Η πρόταση επανοργάνωσης και δημιουργίας μιας ευρύτερης πλατφόρμας (ΑΚ) χρησιμοποιείται με στόχο μια πλασματική αλλά και ανέφικτη ποσοτικοποίηση των δυνάμεων και εδράζεται στην αναρχοκομμουνιστική χροιά του παραδείγματος του ’36. Το τελευταίο με τη σειρά του απολαμβάνει ιδιαίτερο βάρος ως μοντέλο πραγματιστικής διαχείρισης της εξουσίας, κάτι που οι εν λόγω κινήσεις φαίνεται να έχουν ως απώτερο στόχο.
Καθόλου περίεργο λοιπόν το γεγονός ότι ζητούν και καλούν σε μια αναθεώρηση των εκλογών ως εργαλείο και της ψήφου ως τακτικό όπλο (Βλ. Ευτοπία). Είναι σαφέστατη εδώ η προσπάθεια αναθεώρησης της αποχής και η κλήση συμμετοχής -συντρόφων και μη- στο κατάπτυστο αυτό εργαλείο της αστικής δημοκρατίας (και όχι μόνο). Εκλαμβάνουν προφανώς την Αναρχία ως αυτοοργάνωση με άμεση δημοκρατία και συνεργατική οικονομία(λ.χ. Γ.Λιερός) είτε ως τρόπο ζωής (λ.χ. C.Taibo) είτε ως αλληλεγγύη ή ισότητα. Πάντως όχι ως ελευθερία (βλ. Κ.Γαλανόπουλος). Είναι τόσο λογική όσο και αληθινή λοιπόν η δήλωση ότι: «το ελευθεριακό κίνημα είναι ένα ανάχωμα εναντίον του μηδενισμού και της ανομικής κατάρρευσης» (Γ.Λιερός).
Ο αναρχομηδενισμός αλλά και ο εξεγερτισμός έχουν αφετηρία τη ζωτική παρόρμηση της πολυεπίπεδης καταστροφής της εξουσίας στο τώρα. Δεν έχουν ως απώτερο στόχο την δύναμη, ούτε σαγηνεύουν με κάποια εγγύηση ως προς το μέλλον. Γι αυτό και ο Νίτσε τρόμαζε με την θέλησή τους για καταστροφή. Κατανοούσε την δυναμική όλων αυτών των «παρακμιακών» που θέλουν να αποκαθηλώσουν την «υγιή», δυνατή και εύρωστη κοινωνία. Παρερμήνευε βέβαια την οντολογική τους αρχή νομίζοντας πως εποφθαλμιούν την δύναμη. Η θέλησή τους όμως δεν ήταν για δύναμη, δηλαδή για κάτι διαφορετικό από εκείνο που ήταν, μια ψευδαίσθηση απόκτησης, αλλά μονάχα για καταστροφή. Το ίδιο τρομάζουν οι διάφορες αναρχικές τάσεις (κοινωνικός αναρχισμός, αναρχοσυνδικαλισμός, αναρχοκομμουνισμός) με αυτό το «παιχνίδι» καταστροφής, δηλαδή με το ευχάριστο πράττειν στο τώρα, απομονώνοντας όσο μπορούν τον αναρχομηδενισμό και τον εξεγερτισμό (χωρίς οι τελευταίοι να επιζητούν τυχόν συνεργασίες ή συμπορεύσεις).
Η υψηλότητα όμως της παρόρμησης μπορεί να αντέχει σε κάθε προσπάθεια αποκαθήλωσης. Είναι εκείνη που σε ξυπνάει, που σε μεταβάλλει, που σε σπρώχνει στο δρόμο, που σε οπλίζει, που σου τραβάει την σκανδάλη, χωρίς κανόνες, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς αύριο.
Παρόλαυτα, και με αφορμή τα τελευταία επεισόδια στην Πάτρα, τις λεπτομέρειες των οποίων δεν γνωρίζω, πιστεύω ότι η βίαιη αντιπαράθεση μεταξύ αναρχικών τάσεων αποπροσανατολίζει τους συντρόφους εκατέρωθεν και τους συμπαρασύρει σε μια αντιπαράθεση που ευνοεί μονάχα την εξουσία. Τα αδέρφια, έστω κι αν είναι μακρινά, έστω κι αν έχουν διαφορετικές ρυτίδες, παραμένουν αδέρφια.
«Εμείς εμφιλοχωρούμε στη νύχτα, εκεί όπου όλα αποσυνθέτονται, και τώρα πια δεν κοιτάμε πίσω, εκεί όπου τα φώτα σβήνουν δια παντός. Είμαστε μόνοι με τις δικές μας ιδέες και τα δικά μας έργα, στο έλεος της δικιάς τους κοινής ασυμμετρίας. Ωστόσο χρειάζεται να προχωρήσουμε, δεν μπορούμε να σταματήσουμε και όταν βραδυπορούμε είναι η ίδια η περπατησιά που μας σέρνει». A.Caraco
Νικόλας Νεσσούνος
15/6/2015